Μικρές ιστορίες μυστηρίου

Αλήθεια ή θάρρος;


Για να μάθετε τη λύση, στείλτε μας email στο: info@vrestondolofono.gr

Με την ένδειξη «ΛΥΣΗ: Αλήθεια ή θάρρος;»


 

Περιγραφή

Ο ντετέκτιβ Αγάπιος Νέριτ έχει μυστικά!

Υπόθεση

Δεν θυμάμαι καν πώς καταλήξαμε να παίζουμε το παιχνίδι «αλήθεια ή θάρρος» με τους συναδέλφους στο τέλος της βάρδιας, μεταξύ του τσίπουρου και των φημισμένων μεζέδων της κυρά-Τασίας. Θυμάμαι μόνο πώς όταν ήρθε η σειρά μου επέλεξα «αλήθεια».
«Έχεις ποτέ σου καλύψει κάποιον δολοφόνο, Αγάπιε;» με ρώτησε ο Παντελής. Στο άκουσμα της ερώτησης κέρωσα. Δεν ξέρω για πόση ώρα έμεινα αμίλητος, καθώς σκεφτόμουν την ιστορία που είχα θάψει τόσα χρόνια.

«Ναι», είπα βαριά, αποφασίζοντας ότι είχε έρθει πια η ώρα να το βγάλω από μέσα μου. Οι συνάδελφοι άφησαν αμέσως κάτω πηρούνια και ποτήρια και με καρφώσαν με τα μάτια τους.

«Συνέβει πριν από περίπου 20 χρόνια. Είχα πάει να επισκεφτώ κάποιους οικογενειακούς φίλους. Ας πούμε ότι ήταν σε ένα μικρό ορεινό χωριό της Αρκαδίας. Ας πούμε ότι τον οικοδεσπότη τον έλεγαν Γιάννη και τη γυναίκα του Μαρία. Γύρω στα πενήντα κι οι δυο τους, παντρεμένοι μια ζωή. Είχαν και 2 παλικαράκια γύρω στα 25.

Ο Γιάννης ήταν άνθρωπος δυνάστης, καταπιεστικός. Η Μαρία ήταν εγκλωβισμένη σε αυτόν τον γάμο μαζί με τα παιδιά. Αυτά πάντα ήθελαν να φύγουν, να ανοίξουν τα φτερά τους, αλλά ο Γιάννης ήταν ανένδοτος. «Να δουλέψουν στο χωράφι», έλεγε «κι ας αφήσουν τα
γράμματα και τις αηδίες».

Εκείνη τη μέρα, για να με τιμήσουν που τους επισκέφτηκα, ο Γιάννης έσφαξε ένα αρνί. Όσο ο μεγάλος γιος, ας τον πούμε Νίκο, σούβλιζε το αρνί, ο Γιάννης διέταξε τη Μαρία να στρώσει το τραπέζι και τον μικρό γιο να φέρει το κρασί από το κελάρι και να σερβίρει. Η Μαρία έβγαλε το καλό της σερβίτσιο, τα ασημένια μαχαιροπήρουνα και κάτι κρυστάλινα ποτήρια, όλα προίκα από τη μάνα της. Στόλισε το τραπέζι με λουλούδια κι έβαλε δίπλα από κάθε σερβίτσιο μια λευκή υφασμάτινη πετσέτα.

Το κρέας ήταν λουκούμι. Ο Νίκος με σέρβιρε τουλάχιστον 3 φορές, ενώ ο Λάμπρος φρόντιζε να μην αδειάζει ποτέ το ποτήρι μου. Ο Γιάννης καταβρόχθιζε το αρνί χωρίς σταματημό, σκουπίζοντας το στόμα και τα χέρια του πότε στη λευκή πετσέτα, πότε στο καρό πουκάμισό του. Τα αγόρια με ρωτούσαν με ενδιαφέρον τα νέα της πρωτεύουσας, ενώ η Μαρία ήταν λιγομίλητη, όπως πάντα.

Το γεύμα είχε σχεδόν τελειώσει όταν ξαφνικά ο Γιάννης έφερε το χέρι στην καρδιά κι άρχισε να ανασαίνει με δυσκολία. Είχε γίνει άσπρος σαν το γάλα κι έγειρε πίσω το κεφάλι του.

Η Μαρία και τα παιδιά τρέξαν από πάνω του, αλλά ήταν αργά. Ο Γιάννης είχε πεθάνει. «Ανακοπή», διαβεβαίωσε ο γιατρός μετά από λίγη ώρα που ήρθε το ασθενοφόρο.

«Τώρα τελευταία είχε κάποια προβλήματα καρδιάς» με πληροφόρησε ο Νίκος, ενώ ο Λάμπρος προσπαθούσε να παρηγορήσει τη σοκαρισμένη μητέρα του.

«Τουλάχιστον έφυγε έτσι όπως αγαπούσε περισσότερο: τρώγοντας» σκέφτηκα με κάποια δόση ειρωνίας, κοιτάζοντας το τραπέζι. Το πιάτο του Γιάννη ήταν γεμάτο κόκκαλα από το αρνί. Δίπλα, η πετσέτα του ήταν τσαλακωμένη αλλά καθαρή, ενώ το ποτήρι του είχε πρόσφατα γεμίσει με κρασί.

«Ωραία και συγκινητικά όλα αυτά που μας λες βρε Νέριτ», διέκοψε την ιστορία ο Παντελής, «αλλά ο φόνος που συγκάλειψες που στα κομμάτια είναι;»

Όλοι οι συνάδελφοι μουρμούρισαν πάνω κάτω το ίδιο πράγμα.

«Βρε ζωντόβολα», πέρασα αμέσως στην επίθεση, «δεν καταλάβατε από αυτά που σας είπα, ότι ένας από τους τρεις τον δηλητηρίασε;»

Το παρόν κείμενο αποτελεί αντικείμενο πνευματικής ιδιοκτησίας της εταιρείας Βρες τον Δολοφόνο. Η ολική ή εν μέρη αναπαραγωγή του κειμένου επιτρέπεται μόνο με αναφορά στην αρχική πηγή και περιορίζεται αυστηρά για προσωπική χρήση.

Αλήθεια ή θάρρος;